Η κλιματική αλλαγή απειλεί την επιβίωση πολλών καλλιεργειών σε όλο τον πλανήτη. Στη χώρα μας, όπου σημειώθηκε φέτος εξαιτίας των καιρικών συνθηκών μειωμένη παραγωγή σε ροδάκινα, σταφύλια, ελιές, φασόλια Πρεσπών κ.ά., οι ειδικοί προειδοποιούν για ανάγκη αλλαγής καλλιεργειών.

Σημαντική μείωση της παραγωγής ή και ολική καταστροφή, κατακόρυφη αύξηση εξόδων για καλλιεργητικές φροντίδες και μεγάλες ανάγκες σε νερό, οι οποίες δεν μπορούσαν να καλυφθούν, έφεραν τα ακραία καιρικά φαινόμενα που έπληξαν την ελληνική πρωτογενή παραγωγή από την αρχή του έτους. Παράλληλα, οι υψηλές θερμοκρασίες για την εποχή συνεχίζονται.

Η φετινή άνοιξη με τις υψηλές θερμοκρασίες αρχικά και στη συνέχεια τους παγετούς και το καλοκαίρι που ακολούθησε, με τους επαναλαμβανόμενους καύσωνες, δεν αφήνουν καμία αμφιβολία: η κλιματική αλλαγή μετατρέπεται γοργά σε κλιματική κρίση με απρόβλεπτες συνέπειες στην αγροτική παραγωγή, που ξαφνιάζουν και κοστίζουν. Ενδεικτικά ο ΕΛΓΑ (ασφαλιστικός οργανισμός για τις αγροτικές καλλιέργειες) αναμένεται να καταβάλει 50 εκατ. ευρώ για τις καταστροφές στις καλλιέργειες από την κακοκαιρία που ονομάστηκε «Ιανός», ακριβώς ένα χρόνο πριν (18 και 19 Σεπτεμβρίου 2020).

Οι επιστήμονες τονίζουν ότι είναι αναγκαίο άμεσα να ληφθούν μέτρα προσαρμογής της ελληνικής γεωργίας, καθώς καλλιέργειες που θεωρούνται εμβληματικές όπως η ελιά και το αμπέλι φαίνεται ότι σύντομα θα αντιμετωπίσουν πρόβλημα επιβίωσης, και προτείνεται να χρησιμοποιηθούν γηγενείς ποικιλίες που δείχνουν μεγαλύτερη ανθεκτικότητα. Την ίδια στιγμή, στην κτηνοτροφία αυξάνονται οι ασθένειες στα ζώα και μειώνεται η παραγωγική τους ικανότητα. Ταυτόχρονα, η έλλειψη νερού θα αποτελεί συνηθισμένο και όχι σπάνιο φαινόμενο τα επόμενα χρόνια, με καλλιέργειες που αρδεύονται να αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα.

Ως καταναλωτές φέτος δοκιμάσαμε ίσως τα χειρότερα ροδάκινα των τελευταίων ετών. Παράλληλα, οι βιομηχανίες που παρασκευάζουν και εξάγουν κομπόστα, φέρνοντας στη χώρα 400-500 εκατομμύρια ευρώ ετησίως, φέτος δυσκολεύτηκαν να βρουν πρώτη ύλη. Όπως αναφέρει ο ΕΛΓΑ, «από τα μέσα Φεβρουαρίου έως και τον Απρίλιο εκδηλώθηκαν καταστροφικοί παγετοί, οι οποίοι έπληξαν σε πέντε κύματα καλλιέργειες από τη Δυτική Μακεδονία μέχρι την Πελοπόννησο. Ζημιές κατεγράφησαν κυρίως σε ροδάκινα, νεκταρίνια, βερίκοκα, αμύγδαλα, μήλα, κεράσια».

Πρόβλημα ρευστότητας

«Οι ζημιές έφτασαν το 40% της παραγωγής και ήταν οι χειρότερες μετά το 2003, όταν τότε είχε καταστραφεί το 70% της παραγωγής», λέει στην «Κ» ο κ. Χρήστος Γιαννακάκης, σύμβουλος της Venus Growers και πρόεδρος της Κοινοπραξίας Συνεταιρισμών Οργανώσεων Παραγωγών του νομού Ημαθίας. «Η τιμή της πρώτης ύλης σχεδόν διπλασιάστηκε και αντίστοιχα και η βιομηχανία αύξησε την τιμή του τελικού προϊόντος», επισημαίνει. Οι παραγωγοί προκειμένου να σώσουν ό,τι σώζεται αναγκάστηκαν να ξοδέψουν περισσότερα χρήματα για καλλιεργητικές φροντίδες, ενώ και «οι συνεταιρισμοί οι οποίοι συγκεντρώνουν τα πυρηνόκαρπα αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα ρευστότητας», συμπληρώνει ο κ. Γιαννακάκης.

Επιτραπέζια σταφύλια

Στην άλλη άκρη της χώρας, στο Ηράκλειο, οι συνέπειες από τους απανωτούς καύσωνες του φετινού καλοκαιριού μείωσαν κατά 30%-40% την απόδοση των επιτραπέζιων σταφυλιών και κυρίως της σταφίδας. «Είμαι 47 χρόνων και έχω ζήσει καύσωνες. Αυτό που έγινε φέτος δεν το έχω ξαναζήσει, όμως δέκα ημέρες συνέχεια με ζεστό αέρα να έχουμε στα αμπέλια 43,5 βαθμούς. Ποτίζαμε κάθε τρεις ημέρες ενώ ποτίζουμε κάθε οκτώ», λέει ο κ. Μιχάλης Καμπιτάκης, μέλος της Ενωσης Ηρακλείου. «Εδώ και μια πενταετία ο καιρός στην περιοχή δείχνει να έχει τρελαθεί· υψηλές θερμοκρασίες και άκαιρες βροχοπτώσεις μέσα στον Ιούλιο και στον Αύγουστο», περιγράφει. Οι υψηλές θερμοκρασίες αφυδάτωσαν και τα οινοστάφυλα σε πολλές περιοχές της Κρήτης. «Στις 2 Μαΐου είχαμε 37 βαθμούς, πολύ δύσκολες συνθήκες», αναφέρει ο οινολόγος Βασίλης Γεωργίου. Η παραγωγή οινοστάφυλων σε όλη τη χώρα υπολογίζεται ότι θα είναι μειωμένη έως και 30% λόγω των παράξενων καιρικών συνθηκών που επικράτησαν από την αρχή της άνοιξης έως και τη συγκομιδή που βρίσκεται σε εξέλιξη.

Ελιές, φασόλια, ρόδια

Μείωση παραγωγής και στις ελιές έφερε ο καύσωνας, και μάλιστα σε μια χρονιά που οι παραγωγοί ήταν εξαιρετικά αισιόδοξοι σε σχέση με τις τιμές. Εξαιρετικά μειωμένη είναι και η παραγωγή για τα φασόλια Πρεσπών. «Λόγω του παρατεταμένου καύσωνα, που μάλιστα ήρθε σε τρία κύματα, τα φυτά έριξαν τα άνθη τους και αυτό έφερε ακαρπία. Εχουμε μεγάλο πρόβλημα», τονίζει στην «Κ» ο κ. Κωνσταντίνος Ναλπαντίδης, πρόεδρος συνεταιρισμού φασολοπαραγωγών. Για απώλεια παραγωγής που φτάνει έως και 80% για τα ρόδια μιλούν οι παραγωγοί εξαιτίας των ανώμαλων καιρικών συνθηκών που επικράτησαν φέτος.

Δράσεις και παραγωγή καινούργιας γνώσης

Η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει θέσει τις δράσεις για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής στο κέντρο της πολιτικής της. Σε αυτή την κατεύθυνση κινούνται η Πράσινη Συμφωνία, η Στρατηγική «Από το αγρόκτημα στο πιάτο» και η πρόσφατη αναθεώρηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ). Η κλιματική αλλαγή αποτελεί κύριο παράγοντα στα σενάρια για την αγροτική οικονομία που εξετάζονται. Ωστόσο, ενώ λαμβάνει μέτρα για τη μείωση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου από την αγροτική παραγωγή, μέτρα τα οποία θα φέρουν πιθανότατα μείωση αποδόσεων, δεν προβλέπονται κονδύλια για την αποζημίωση των όποιων καταστροφών στην παραγωγή λόγω των ακραίων καιρικών συνθηκών. Παράλληλα, η εφαρμογή της νέας ΚΑΠ ενδέχεται να φέρει μείωση της παραγωγής της Ε.Ε., τουλάχιστον για κάποιο χρονικό διάστημα.

«Τα χρήματα είναι συγκεκριμένα και δεδομένα. Βρισκόμαστε στο στάδιο που τα κράτη-μέλη πρέπει να καταθέσουν έως το τέλος του χρόνου τα στρατηγικά σχέδια για την εφαρμογή της ΚΑΠ, επιλέγοντας συγκεκριμένα μέτρα από αυτά που έχει προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, και υπάρχει ευρύτατη ευελιξία. Είναι στο χέρι τους, λοιπόν, οι προτεραιότητες χρήσης αυτών των πόρων να στρέφονται στη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος της αγροτικής παραγωγής. Οσον αφορά τις αποζημιώσεις, κυρίως δίνονται από τους κρατικούς προϋπολογισμούς με έγκριση από την Κομισιόν», αναφέρουν χαρακτηριστικά πηγές της Επιτροπής. Τα περισσότερα κράτη-μέλη, ωστόσο, έχουν ασφαλιστικά συστήματα που καλύπτουν κυρίως τη φυτική παραγωγή.

Οσον αφορά τη δράση κατά της κλιματικής αλλαγής, τα στοιχεία δείχνουν ότι οι αλλαγές στην ΚΑΠ είναι στη σωστή κατεύθυνση, με την έννοια ότι θα φέρουν αποτέλεσμα και θα βοηθήσουν στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από την αγροτική παραγωγή. Όμως, όπως επισημάνθηκε πρόσφατα στην Ειδική Επιτροπή Γεωργίας, απαιτείται να στραφούν προς την ίδια κατεύθυνση και να ληφθούν αντίστοιχα μέτρα και από άλλους τομείς της οικονομίας. Οσον αφορά τους καταναλωτές, θα πρέπει επίσης να αλλάξουν καταναλωτική συμπεριφορά. Θα γίνει αυτό; Αν οι αγρότες παράγουν περισσότερα βιολογικά προϊόντα, οι καταναλωτές θα τα αγοράζουν; Και επίσης πρέπει να αλλάξουν και πράγματα που αφορούν το εμπόριο.

«Παγκόσμιες λύσεις»

Η εφαρμογή της νέας ΚΑΠ θα φέρει σημαντικές αλλαγές στην παραγωγική διαδικασία και μείωση της παραγωγής για κάποια προϊόντα, τουλάχιστον για κάποιο χρονικό διάστημα, με κέρδος βέβαια τη μείωση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου. «Βέβαια, και άλλες χώρες θα πρέπει να λάβουν ανάλογα μέτρα –και υπάρχουν ενθαρρυντικά σημάδια–, γιατί ένα παγκόσμιο πρόβλημα απαιτεί παγκόσμιες λύσεις», τονίζουν οι ίδιες πηγές.

Σχετικά με τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, που όπως δείχνουν τα στοιχεία αναμένεται να επηρεάσουν περισσότερο τις χώρες του Νότου, πηγές αναφέρουν ότι «θα επηρεαστούν όλες οι χώρες, ίσως με διαφορετικό τρόπο και σε διαφορετική ένταση, εξαρτάται από την ανθεκτικότητα των προϊόντων και των μεθόδων παραγωγής που εφαρμόζονται σε κάθε χώρα». Ωστόσο, επισημαίνεται ότι «η Ευρωπαϊκή Ενωση εστιάζει στην παραγωγή καινούργιας γνώσης και στη χρήση της γης με τρόπο ώστε να μειώνεται η συνεισφορά του αγροτικού τομέα στην κλιματική αλλαγή από τη μία, αλλά και να αυξάνονται οι ωφέλειες από την άλλη, καθώς το έδαφος μπορεί να λειτουργήσει ως απορροφητήρας άνθρακα».

Ο φαύλος κύκλος και οι προβλέψεις

«Η κλιματική αλλαγή απειλεί την αγροτική παραγωγή της Ευρωπαϊκής Ενωσης». Δεν πρόκειται για πρόγνωση, αλλά για ρεαλιστικό συμπέρασμα των επιστημόνων που παρατηρούν τα ακραία καιρικά φαινόμενα τα οποία πλήττουν τις ευρωπαϊκές χώρες. Την ίδια στιγμή, η αγροτική παραγωγή ευθύνεται σε μεγάλο μέρος για την κλιματική αλλαγή, λόγω της εκπομπής των αερίων του θερμοκηπίου και της χρήσης νερού, δεδομένου ότι στις αγροτικές δραστηριότητες καταναλώνεται έως και το 80% των υδατικών πόρων. Η τελευταία έκθεση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος που δημοσιεύτηκε το 2019 (άρα δεν περιλαμβάνει τα δραματικά γεγονότα του φετινού καλοκαιριού) προβλέπει ότι εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής θα μειωθεί η απόδοση των καλλιεργειών σε πολλά μέρη της νότιας Ευρώπης, ενώ θα βελτιώσει τις συνθήκες για τη γεωργία στις βόρειες περιοχές, υπό προϋποθέσεις. Αν και οι βόρειες χώρες αναμένεται να έχουν μεγαλύτερη καλλιεργητική περίοδο και ηπιότερες καιρικές συνθήκες στο μέλλον, ο αριθμός των ακραίων καιρικών φαινομένων αναμένεται να αυξάνεται διαρκώς, με αποτέλεσμα η αρνητική επίδραση των φαινομένων αυτών στην ευρωπαϊκή γεωργία να αυξηθεί. Αυτό θα οδηγήσει σε μεγαλύτερες καταστροφές στη φυτική αλλά και τη ζωική παραγωγή. Η μείωση της φυτικής παραγωγής θα φέρει και προβλήματα στην παραγωγή ζωοτροφών, επιδεινώνοντας την κατάσταση.

Οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής στην αγροτική παραγωγή αναμένεται να μειώσουν κατά 1% το ΑΕΠ των ευρωπαϊκών χωρών έως το 2050, με μεγάλες διακυμάνσεις από χώρα σε χώρα. Η κλιματική αλλαγή θα φέρει φτωχότερες σοδειές και μεγαλύτερο κόστος παραγωγής για τους αγρότες, ενώ θα επηρεάσει τόσο την ποσότητα όσο και την ποιότητα των προϊόντων. Στη Νότια Ευρώπη η καλλιέργεια σιταριού, καλαμποκιού και ζαχαροτεύτλων μπορεί να μειωθεί έως και 50% έως το 2050, καθώς δεν θα επαρκεί το νερό για άρδευση. Αυτό θα φέρει μείωση του εισοδήματος των παραγωγών και αντίστοιχα μείωση της τιμής των εκτάσεων η οποία αναμένεται να αγγίξει και το 80%. Αν και η επάρκεια τροφίμων στην Ε.Ε. δεν αναμένεται να απειληθεί, υπολογίζεται ότι οι τιμές των τροφίμων μπορεί να αυξηθούν κατά πολύ.

Στην ίδια έκθεση επισημαίνεται ότι η αγροτική παραγωγή είναι από τη μια πλευρά εξαιρετικά ευάλωτη στην κλιματική αλλαγή και από την άλλη είναι σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνη γι’ αυτήν. Η αγροτική παραγωγή στην Ε.Ε. είναι υπεύθυνη για το 10% των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου και για να μειωθεί αυτό το ποσοστό απαιτείται αλλαγή του μοντέλου παραγωγής όσον αφορά τη χρήση λιπασμάτων, τη διαχείριση περιττωμάτων και τον τρόπο εκτροφής των ζώων.

 

Πηγή: www.agro24.gr

Αφήστε μια απάντηση