Σε συνέχεια των τριών προηγούμενων συνόδων του Συμβουλίου Υπουργών Γεωργίας και Αλιείας της Ε.Ε. και η σημερινή που θα πραγματοποιηθεί στις Βρυξέλλες, θα ασχοληθεί κατά κύριο λόγο με τις αρνητικές επιπτώσεις της αύξησης του κόστους των εισροών, τόσο στον τομέα της κτηνοτροφίας (κόστος ζωοτροφών, ενέργεια κ.λπ.) όσο και στον τομέα των καλλιεργειών (λιπάσματα, ενέργεια κ.λ.π.).

Σύμφωνα με τις συστάσεις της προηγούμενης συνόδου συνεχίστηκε η στενή παρακολούθηση της κατάστασης, ιδίως όσον αφορά το κόστος των γεωργικών εισροών και την κατάσταση του τομέα του χοιρείου κρέατος.

Για το σκοπό αυτό, τα πλέον πρόσφατα στοιχεία για τα δύο αυτά θέματα συνοψίζονται σε σχετικό ενημερωτικό σημείωμα της Γαλλικής Προεδρίας του Συμβουλίου, στο οποίο εριλαμβάνεται επίσης σύντομη περιγραφή της κατάστασης των άλλων δύο τομέων που χρήζουν προσοχής, δηλαδή των σιτηρών και των οπωροκηπευτικών.

Αναλυτικότερα, αναφέρονται τα εξής:

  • Όσον αφορά το κόστος ενέργειας, φαίνεται ότι αυτό εξακολουθεί να προκαλεί σοβαρές ανησυχίες. Οι μέσες παγκόσμιες τιμές των προϊόντων ενέργειας, όπως το αργό πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, συνέχισαν να βρίσκονται σε πολύ υψηλά επίπεδα τον Ιανουάριο του 2022.
  • Σε σύγκριση με το τελευταίο τρίμηνο του 2020, όταν οι τιμές του πετρελαίου ήταν μάλλον χαμηλές, το κόστος του αργού πετρελαίου ήταν κατά περισσότερο από 90 % υψηλότερο και, κυρίως, σημειώθηκε περαιτέρω αύξηση κατά περίπου 15 % σε σύγκριση με τον Δεκέμβριο του 2021, φθάνοντας σε επίπεδα που δεν έχουν εμφανισθεί από το 2014.
  • Το κόστος του φυσικού αερίου συνέχισε επίσης να είναι πολύ υψηλό στις αρχές του 2022. Οι ευρωπαϊκές τιμές ανήλθαν σε επίπεδο το οποίο, σε σύγκριση με το τελευταίο τρίμηνο του 2020, ήταν κατά 379 % υψηλότερο, γεγονός που υποδηλώνει αύξηση υπερτετραπλάσια από εκείνη του αργού πετρελαίου. Ωστόσο, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι τιμές μειώθηκαν τον Ιανουάριο του 2022, κατά 26 % σε σύγκριση με εκείνες του προηγούμενου μήνα κατά τον οποίο είχαν σημειώσει άνοδο κατά 544 % περισσότερο από τον μέσο όρο του τελευταίου τριμήνου του 2020. Μένει να διαπιστωθεί κατά πόσον η μείωση αυτή θα συνεχιστεί ή θα σταθεροποιηθεί, δεδομένης της αβεβαιότητας όσον αφορά τις πρακτικές προσφοράς και ζήτησης.
  • Όσον αφορά το κόστος των λιπασμάτων, η κατάσταση χαρακτηρίζεται επίσης από αύξηση των παγκόσμιων τιμών. Σε σύγκριση με το τελευταίο τρίμηνο του 2020, οι τιμές των περισσότερων λιπασμάτων συνέχισαν να είναι σημαντικά υψηλότερες τον Ιανουάριο του 2022. Ειδικότερα, οι τιμές της ουρίας, ενός στερεού αζωτούχου λιπάσματος για το οποίο το αέριο αποτελεί σημαντικό παράγοντα, ήταν κατά 245 % υψηλότερες από εκείνες του τελευταίου τριμήνου του 2020. Οι τιμές των φωσφορούχων πετρωμάτων αυξήθηκαν κατά 111 %.
  • Ωστόσο, είναι ενθαρρυντικό το γεγονός ότι υπήρξε μικρή μείωση των τιμών των λιπασμάτων σε σύγκριση με τον Δεκέμβριο του 2021. Τα στοιχεία που παρουσιάζονται στον συνημμένο πίνακα δείχνουν ότι η κορύφωση ενδέχεται να έχει επιτευχθεί στο τέλος του 2021, αλλά αυτό απομένει να διαπιστωθεί.
  • Όσον αφορά την κατάσταση στον τομέα του χοιρείου κρέατος, οι τελευταίες πληροφορίες συνοψίζονται στα δύο γραφήματα και στον πίνακα του παραρτήματος. Όσον αφορά τις τιμές των σφαγίων χοίρων στην ΕΕ, υπήρξαν μικρές μόνο αλλαγές προς τις δύο κατευθύνσεις μετά την ελαφρά αύξηση που παρατηρήθηκε στα μέσα Δεκεμβρίου του 2021. Δεν υπάρχει σαφής τάση. Τα περιθώρια των παραγωγών μειώθηκαν περαιτέρω σε ολόκληρη την Ευρώπη. Οι τιμές των χοιριδίων αυξήθηκαν ελαφρώς σύμφωνα με την εποχική τάση, αλλά παραμένουν κατά 13-14 % χαμηλότερες από ό,τι πριν από ένα έτος. Το εμπορικό ισοζύγιο είναι θετικό, με πολύ υψηλές εξαγωγές, αλλά η αυξητική τάση έχει σταματήσει.
  • Για άλλα ζωικά προϊόντα, η κατάσταση είναι πολύ καλύτερη, με πρωτοφανείς υψηλές τιμές. Ο κίνδυνος απορρέει από την αύξηση του κόστους των εισροών, το οποίο μειώνει δραστικά τα περιθώρια κέρδους.
  • Όσον αφορά την κατάσταση της αγοράς σιτηρών, μολονότι η παγκόσμια παραγωγή σίτου έφτασε σε επίπεδο ρεκόρ το 2021/22 (+ 0,1 % σε ετήσια βάση), ο εφοδιασμός είναι μάλλον δυσχερής, ιδίως για τους τύπους σίτου υψηλής ποιότητας. Οι διακυμάνσεις των τιμών είναι ιδιαίτερα σημαντικές, ενώ η παγκόσμια ζήτηση είναι ισχυρή. Οι τιμές αναφοράς για τις εξαγωγές σίτου είναι περίπου 10-20 % υψηλότερες από ό,τι πριν από ένα έτος, ωστόσο πρόσφατα μειώθηκαν ελαφρά για την ΕΕ και την περιοχή του Ευξείνου Πόντου. Η παραγωγή αραβοσίτου εκτιμάται επίσης σε επίπεδο ρεκόρ (+ 7,3 % ετησίως) και οι προμήθειες θεωρούνται πιο άφθονες απ’ ό,τι για το σιτάρι. Ωστόσο, η συγκομιδή απέχει ακόμη μερικούς μήνες στη Νότια Αμερική, όπου η καλλιέργεια σε θερμές και ξηρές συνθήκες μείωσαν τις προοπτικές συγκομιδής. Η επιδείνωση των προοπτικών στην Αργεντινή και τη Βραζιλία ώθησε τις τιμές του αραβοσίτου σε άνοδο κατά περίπου 5-7 % τον περασμένο μήνα. Οι δυσμενείς συνθήκες καλλιέργειας στη Νότια Αμερική αποτελούν πηγή ανησυχίας για την παραγωγή σπόρων σόγιας. Πρόσφατα, οι κυριότεροι φορείς πρόβλεψης μείωσαν απότομα τις προβλέψεις τους (-0,7 % σε ετήσια βάση), οι οποίες αντικατοπτρίζουν τη μικρότερη συγκομιδή που αναμένεται πλέον στην Αργεντινή, τη Βραζιλία και την Παραγουάη. Οι τιμές συνέχισαν να αυξάνονται και είναι επί του παρόντος περίπου 15-20 % υψηλότερες σε ετήσια βάση.
  • Στον τομέα των οπωροκηπευτικών, εκφράζονται ορισμένες ανησυχίες σχετικά με τον αντίκτυπο της πρόσφατης απαγόρευσης στη Λευκορωσία, δεδομένης της σχετικά υψηλής συγκομιδής μήλων στην ΕΕ κατά το τρέχον έτος. Δεν υπάρχουν ακόμη επίσημα στατιστικά στοιχεία για τον Ιανουάριο του 2022 όσον αφορά το εμπόριο, αλλά οι πρώτες ενδείξεις σχετικά με τον όγκο των εξαγωγών προς τη Λευκορωσία προϊόντων προσδιορισθέντων ως βασικών είναι, για τα μήλα, εκτιμώμενος συνολικός όγκος 1 000 τόνων τον Ιανουάριο του 2022 (έναντι 15 000 τόνων τον Ιανουάριο του 2021) και, για τα αχλάδια, 8 000 τόνων (έναντι 14 000 τόνων τον Ιανουάριο του 2021). Όσον αφορά τα μήλα, τα πρώτα στοιχεία που υπέβαλε ο πολωνικός τομέας των μήλων για τον Ιανουάριο δεν δείχνουν εξαγωγές προς τη Λευκορωσία, με μερική επανατοποθέτηση προς την Αίγυπτο και συνολική μείωση των συνολικών εξαγωγών κατά 7 000 τόνους. Οι τιμές των μήλων στην Πολωνία σημείωσαν ελαφρά βελτίωση τον Ιανουάριο (32 λεπτά του ευρώ ανά χιλιόγραμμο, 4 % πάνω από τον μέσο όρο της πενταετίας), αλλά η κατάσταση της αγοράς είναι εύθραυστη, λαμβανομένων υπόψη των μεγάλων αποθεμάτων μήλων στην Πολωνία, των υψηλών τιμών ενέργειας και του ιστορικού σημαντικών διακυμάνσεων των τιμών.

 

Πηγή: www.agro24.gr